υπενωμοτάρχης

υπενωμοτάρχης
ο сержант жандармерии

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "υπενωμοτάρχης" в других словарях:

  • υπενωμοτάρχης — ο, Ν κατώτερος βαθμός υπαξιωματικού τής πρώην χωροφυλακής που μετά την ενοποίηση τών σωμάτων ασφαλείας εντάχθηκε στον βαθμό τού υπαρχιφύλακα. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ενωμοτάρχης. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες] …   Dictionary of Greek

  • υπενωμοτάρχης — ο υπαξιωματικός της χωροφυλακής που έχει βαθμό ανώτερο από αυτόν του χωροφύλακα και κατώτερο από αυτόν του ενωμοτάρχη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Πέτρας ληστεία — Ληστεία σε βάρος χρηματαποστολής της Εθνικής Τράπεζας. Έγινε το 1926, στη θέση Πέτρα, στο δρόμο από την Πρέβεζα προς τα Γιάννενα, από τη ληστοσυμμορία των Ρετζαίων. Οι ληστές απέκλεισαν το δρόμο με ένα μεγάλο κορμό δέντρου και επιτέθηκαν με… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»